Η
αυτοκτονία και ο κανιβαλισµός πέρασαν από το µυαλό των 33 χιλιανών
µεταλλωρύχων που βρέθηκαν παγιδευµένοι επί 69 ηµέρες στο ορυχείο όπου
εργάζονταν και απελευθερώθηκαν τον περασµένο Οκτώβριο µπροστά στα µάτια
εκατοµµυρίων τηλεθεατών από όλο τον κόσµο.
tanea.gr
Για να µπορέσουν να
χαλαρώσουν σε βάθος 622 µέτρων κάτω από την επιφάνεια της γης, είχαν
ζητήσει µαριχουάνα (κάποιοι από αυτούς την πήραν µέσα σε γράµµατα
συγγενών τους) αλλά και φουσκωτές κούκλες για να ικανοποιήσουν τις
σεξουαλικές τους ανάγκες (δεν τις έλαβαν για να µην υπάρξουν
αντιζηλίες).
Παρ’ ότι κανείς δεν αµφισβητεί τις ιδιαίτερα δύσκολες ώρες που πέρασαν οι 33 άνδρες, οι οποίοι βρίσκονταν εγκλωβισµένοι σε ορυχείο στην έρηµο Ατακάµα της Χιλής, µόλις τώρα αρχίζουν να γίνονται γνωστές λεπτοµέρειες για το πόσο κοντά έφθασαν στο να συγκρουστούν µεταξύ τους.
Οι αποκαλύψεις γίνονται στο βιβλίο «Οι 33» του Τζόναθαν Φράνκλιν, δηµοσιογράφου της αµερικανικής εφηµερίδας «New York Times», στον οποίο είχε δοθεί ειδική πρόσβαση στην επιχείρηση διάσωσης – αποσπάσµατα από το βιβλίο δηµοσιεύονται στη βρετανική εφηµερίδα «Times». Σήµερα πάντως, τέσσερις µήνες ύστερα από τον απεγκλωβισµό τους, µόνο ένας από τους µεταλλωρύχους συνεχίζει να πάσχει από εφιάλτες και σηµαντικά ψυχολογικά προβλήµατα καθώς όλοι προσπαθούν να προσαρµοσθούν και πάλι στην κανονική ζωή.
Οί ΣΚΕΨΕΊΣ ΓΊΑ ΑΥΤΟΚΤΟΝΊΑ ήρθαν σε κάποιους από τους εγκλωβισµένους στις πιο δύσκολες στιγµές τους πριν από την 16η ηµέρα όταν για πρώτη φορά επικοινώνησαν µε τα σωστικά συνεργεία. Ο Βίκτορ Ζαµόρα, ένας από τους επιζήσαντες, µίλησε ανοιχτά για αυτό το θέµα στην τηλεοπτική εκποµπή «60 λεπτά»: «Είπα σε έναν φίλο, “εάν είναι να συνεχίσουµε να υποφέρουµε θα ήταν καλύτερα να µπούµε στο καταφύγιο, να βάλουµε µπροστά µια µηχανή και να φύγουµε από ασφυξία”», είπε, προσθέτοντας ότι όλοι θα είχαν συµφωνήσει εάν µερικές ηµέρες αργότερα δεν είχαν επαφή µε τους διασώστες. «Αυτό δεν θα ήταν αυτοκτονία. Ηταν για να µη συνεχίσουµε να υποφέρουµε».
Από τη στιγµή που οι 33 µεταλλωρύχοι απέκτησαν ανοιχτή γραµµή µε τα σωστικά συνεργεία και αφού τους στάλθηκαν τρόφιµα και φάρµακα γιανα αποκατασταθεί η υγεία τους, άρχισαν να ζητούν αντικείµενα για να αντέξουν τον εγκλεισµό τους. Ετσι το σεξ έγινε γρήγορα βασικό θέµα συζήτησης, µε το οποίο ασχολήθηκε ο γιατρός Τζιν Ροµανιόλι που δήλωσε στον δηµοσιογράφο: «Υπήρχε ένας τύπος που προσέφερε φουσκωτές κούκλες για τους µεταλλωρύχους, είχε όµως µόνο 10. Του είπα 33 ή τίποτα».
Ο Ροµανιόλι πρόσθεσε ότι «οι µεταλλωρύχοι είχαν ένα ειδικό µέρος όπου θα µπορούσαν να κάνουν σεξ µε την κούκλα και µας ζήτησαν να τους στείλουµε 4-5 καθώς και προφυλακτικά. Εάν διαθέταµε 33 κούκλες δεν θα υπήρχε ζήτηµα και ο καθένας θα µπορούσε να το κάνει όπωςήθελε µε τη δικιά του...δεν µπορούσα όµως να τους ζητήσω να τις µοιραστούν γιατί θα άρχιζαν να ζηλεύουν».
Εκείνο που έφθασε στο στενάχωρο καταφύγιο ήταν µαριχουάνα στα γράµµατα των συγγενών κάποιων µεταλλωρύχων. Ειδικά την τελευταία εβδοµάδα, όταν οι έλεγχοι χαλάρωσαν, κάποιες σύζυγοι µπόρεσαν να βάλουν στους φακέλους αρκετά γραµµάρια µαριχουάνας ή ακόµα και χάπια. Οσοι δεν πήραν τέτοιους φακέλους σύντοµα κατάλαβαν τι συνέβαινε.
«Εφευγαν σε οµάδες των 4-5 προς την τουαλέτα. Τότε καταλαβαίναµε τι συµβαίνει αλλά επειδή είχαν λίγη δεν προσέφεραν στους υπόλοιπους».
Παρ’ ότι κανείς δεν αµφισβητεί τις ιδιαίτερα δύσκολες ώρες που πέρασαν οι 33 άνδρες, οι οποίοι βρίσκονταν εγκλωβισµένοι σε ορυχείο στην έρηµο Ατακάµα της Χιλής, µόλις τώρα αρχίζουν να γίνονται γνωστές λεπτοµέρειες για το πόσο κοντά έφθασαν στο να συγκρουστούν µεταξύ τους.
Οι αποκαλύψεις γίνονται στο βιβλίο «Οι 33» του Τζόναθαν Φράνκλιν, δηµοσιογράφου της αµερικανικής εφηµερίδας «New York Times», στον οποίο είχε δοθεί ειδική πρόσβαση στην επιχείρηση διάσωσης – αποσπάσµατα από το βιβλίο δηµοσιεύονται στη βρετανική εφηµερίδα «Times». Σήµερα πάντως, τέσσερις µήνες ύστερα από τον απεγκλωβισµό τους, µόνο ένας από τους µεταλλωρύχους συνεχίζει να πάσχει από εφιάλτες και σηµαντικά ψυχολογικά προβλήµατα καθώς όλοι προσπαθούν να προσαρµοσθούν και πάλι στην κανονική ζωή.
Οί ΣΚΕΨΕΊΣ ΓΊΑ ΑΥΤΟΚΤΟΝΊΑ ήρθαν σε κάποιους από τους εγκλωβισµένους στις πιο δύσκολες στιγµές τους πριν από την 16η ηµέρα όταν για πρώτη φορά επικοινώνησαν µε τα σωστικά συνεργεία. Ο Βίκτορ Ζαµόρα, ένας από τους επιζήσαντες, µίλησε ανοιχτά για αυτό το θέµα στην τηλεοπτική εκποµπή «60 λεπτά»: «Είπα σε έναν φίλο, “εάν είναι να συνεχίσουµε να υποφέρουµε θα ήταν καλύτερα να µπούµε στο καταφύγιο, να βάλουµε µπροστά µια µηχανή και να φύγουµε από ασφυξία”», είπε, προσθέτοντας ότι όλοι θα είχαν συµφωνήσει εάν µερικές ηµέρες αργότερα δεν είχαν επαφή µε τους διασώστες. «Αυτό δεν θα ήταν αυτοκτονία. Ηταν για να µη συνεχίσουµε να υποφέρουµε».
Από τη στιγµή που οι 33 µεταλλωρύχοι απέκτησαν ανοιχτή γραµµή µε τα σωστικά συνεργεία και αφού τους στάλθηκαν τρόφιµα και φάρµακα γιανα αποκατασταθεί η υγεία τους, άρχισαν να ζητούν αντικείµενα για να αντέξουν τον εγκλεισµό τους. Ετσι το σεξ έγινε γρήγορα βασικό θέµα συζήτησης, µε το οποίο ασχολήθηκε ο γιατρός Τζιν Ροµανιόλι που δήλωσε στον δηµοσιογράφο: «Υπήρχε ένας τύπος που προσέφερε φουσκωτές κούκλες για τους µεταλλωρύχους, είχε όµως µόνο 10. Του είπα 33 ή τίποτα».
Ο Ροµανιόλι πρόσθεσε ότι «οι µεταλλωρύχοι είχαν ένα ειδικό µέρος όπου θα µπορούσαν να κάνουν σεξ µε την κούκλα και µας ζήτησαν να τους στείλουµε 4-5 καθώς και προφυλακτικά. Εάν διαθέταµε 33 κούκλες δεν θα υπήρχε ζήτηµα και ο καθένας θα µπορούσε να το κάνει όπωςήθελε µε τη δικιά του...δεν µπορούσα όµως να τους ζητήσω να τις µοιραστούν γιατί θα άρχιζαν να ζηλεύουν».
Εκείνο που έφθασε στο στενάχωρο καταφύγιο ήταν µαριχουάνα στα γράµµατα των συγγενών κάποιων µεταλλωρύχων. Ειδικά την τελευταία εβδοµάδα, όταν οι έλεγχοι χαλάρωσαν, κάποιες σύζυγοι µπόρεσαν να βάλουν στους φακέλους αρκετά γραµµάρια µαριχουάνας ή ακόµα και χάπια. Οσοι δεν πήραν τέτοιους φακέλους σύντοµα κατάλαβαν τι συνέβαινε.
«Εφευγαν σε οµάδες των 4-5 προς την τουαλέτα. Τότε καταλαβαίναµε τι συµβαίνει αλλά επειδή είχαν λίγη δεν προσέφεραν στους υπόλοιπους».