Επιστήμονες στις ΗΠΑ
εντόπισαν μια σειρά από γενετικές
παραλλαγές που αυξάνουν τον κίνδυνο
εμφάνισης της διαταραχής της
ανορεξίας.
Η μελέτη, η μεγαλύτερη
του είδους της μέχρι σήμερα, επισήμανε
πάντως ότι θα χρειαστούν και άλλες
ακόμα ευρύτερες έρευνες για
να επιβεβαιώσουν τα νέα ευρήματα,
καθώς επίσης για να εντοπίσουν νέες
παραλλαγές γονιδίων που συνδέονται
με την ανορεξία.
Οι ερευνητές, υπό τον δρα Χάκον Χακόναρσον, διευθυντή του Κέντρου Εφαρμοσμένης Γενετικής του Νοσοκομείου Παίδων της Φιλαδέλφεια, οι οποίοι δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό “Molecular Psychiatry” (Μοριακή Ψυχιατρική), σύμφωνα με το Live Science, ευελπιστούν πάντως ότι έχουν ανοίξει το δρόμο για τη δημιουργία ενός γενετικού διαγνωστικού τεστ για τον έγκαιρο εντοπισμό των ατόμων που κινδυνεύουν περισσότερο από ανορεξία στο μέλλον.
Όσοι πάσχουν από αυτή την νευρο-ψυχική διαταραχή (anorexia nevrosa), κυριεύονται από ένα παράλογο φόβο ότι θα παχύνουν και έτσι διατηρούν στο νου τους μια παραμορφωμένη εικόνα του σώματός τους. Περίπου μια στις 100 γυναίκες πάσχουν από αυτή την ασθένεια, η οποία πλήττει δεκαπλάσιες γυναίκες σε σχέση με άνδρες και συχνά εμφανίζεται για πρώτη φορά κατά την εφηβεία.
Μελέτες που έχουν ήδη γίνει σε διδύμους, δείχνουν ότι πιθανότατα η ανορεξία είναι άκρως κληρονομική και ότι τα γονίδια ευθύνονται σε ποσοστό πάνω από 50% για αυτήν. Μέχρι τώρα ελάχιστα γονίδια είχαν συσχετιστεί με την ανορεξία, αλλά η νέα έρευνα έρχεται να ρίξει φως στο γενετικό υπόβαθρό της.
Οι ερευνητές ανέλυσαν το γενετικό κώδικα περίπου 1.000 ατόμων με ανορεξία, μέσης ηλικίας 27 ετών, και το σύγκριναν με το DNA 3.700 παιδιών με μέση ηλικία 13 ετών, που δεν είχαν ανορεξία. Με αυτό τον τρόπο, οι επιστήμονες εντόπισαν μερικά σημεία στο γονιδίωμα (μονο-νουκλεοτιδικούς πολυμορφισμούς)) που φαίνεται να παίζουν ρόλο στην ανορεξία. Η νέα μελέτη επίσης επιβεβαίωσε ότι ένα συγκεκριμένο γονίδιο, το OPRD1, που είχε εντοπιστεί από προηγούμενη έρευνα, όντως σχετίζεται με την εμφάνιση της διατροφικής διαταραχής.
Οι ερευνητές, υπό τον δρα Χάκον Χακόναρσον, διευθυντή του Κέντρου Εφαρμοσμένης Γενετικής του Νοσοκομείου Παίδων της Φιλαδέλφεια, οι οποίοι δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό “Molecular Psychiatry” (Μοριακή Ψυχιατρική), σύμφωνα με το Live Science, ευελπιστούν πάντως ότι έχουν ανοίξει το δρόμο για τη δημιουργία ενός γενετικού διαγνωστικού τεστ για τον έγκαιρο εντοπισμό των ατόμων που κινδυνεύουν περισσότερο από ανορεξία στο μέλλον.
Όσοι πάσχουν από αυτή την νευρο-ψυχική διαταραχή (anorexia nevrosa), κυριεύονται από ένα παράλογο φόβο ότι θα παχύνουν και έτσι διατηρούν στο νου τους μια παραμορφωμένη εικόνα του σώματός τους. Περίπου μια στις 100 γυναίκες πάσχουν από αυτή την ασθένεια, η οποία πλήττει δεκαπλάσιες γυναίκες σε σχέση με άνδρες και συχνά εμφανίζεται για πρώτη φορά κατά την εφηβεία.
Μελέτες που έχουν ήδη γίνει σε διδύμους, δείχνουν ότι πιθανότατα η ανορεξία είναι άκρως κληρονομική και ότι τα γονίδια ευθύνονται σε ποσοστό πάνω από 50% για αυτήν. Μέχρι τώρα ελάχιστα γονίδια είχαν συσχετιστεί με την ανορεξία, αλλά η νέα έρευνα έρχεται να ρίξει φως στο γενετικό υπόβαθρό της.
Οι ερευνητές ανέλυσαν το γενετικό κώδικα περίπου 1.000 ατόμων με ανορεξία, μέσης ηλικίας 27 ετών, και το σύγκριναν με το DNA 3.700 παιδιών με μέση ηλικία 13 ετών, που δεν είχαν ανορεξία. Με αυτό τον τρόπο, οι επιστήμονες εντόπισαν μερικά σημεία στο γονιδίωμα (μονο-νουκλεοτιδικούς πολυμορφισμούς)) που φαίνεται να παίζουν ρόλο στην ανορεξία. Η νέα μελέτη επίσης επιβεβαίωσε ότι ένα συγκεκριμένο γονίδιο, το OPRD1, που είχε εντοπιστεί από προηγούμενη έρευνα, όντως σχετίζεται με την εμφάνιση της διατροφικής διαταραχής.
Πηγή: skai.gr