Σύμφωνα με αναφορά των ΓΧΣ, επείγει η παροχή φαρμάκων και η μείωση της τιμής τους.
Η θεραπεία της ανθεκτικής στα φάρμακα φυματίωσης βασίζεται σε παλιά
αντιβιοτικά πολλά εκ των οποίων προκαλούν σοβαρές παρενέργειες -από
συνεχή ναυτία μέχρι κώφωση- και πρέπει να λαμβάνονται σε πολύπλοκους
συνδυασμούς (17 χάπια την ημέρα έως και για δύο χρόνια). Ωστόσο, αυτά
είναι τα μόνα φάρμακα που υπάρχουν σήμερα για την αντιμετώπιση της
ανθεκτικής στα φάρμακα φυματίωσης. Η αναφορά των ΓΧΣ δείχνει ότι αυτά τα
φάρμακα παρουσιάζουν προβλήματα ως προς την παροχή και την τιμή τα
οποία απαιτούν επείγουσα λύση.
http://www.msf.gr
Δελτίο Τύπου -
Γενεύη/Γιοχάνεσμπουργκ, 24 Μαρτίου 2011 – Ένα ελπιδοφόρο νέο τεστ
αναμένεται να συμβάλει στη διάγνωση περισσότερων ασθενών με ανθεκτική
στα φάρμακα φυματίωση αυξάνοντας έτσι την ανάγκη να αντιμετωπιστούν άλλα
σοβαρά ζητήματα που αφορούν στην τιμή και την παροχή φαρμάκων της
ανθεκτικής φυματίωσης, σύμφωνα με νέα αναφορά της διεθνούς, ιατρικής,
ανθρωπιστικής οργάνωσης Γιατροί Χωρίς Σύνορα, (ΓΧΣ). Η ανθεκτική στα
φάρμακα φυματίωση είναι σε έξαρση, ωστόσο λιγότερο από 7% από τα 440.000
νέα κρούσματα κάθε χρόνο λαμβάνουν θεραπεία, ενώ σκοτώνει 150.000
ανθρώπους ετησίως, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.
«Οι ασθενείς βρίσκονται σε ένα φαύλο κύκλο: δεν γίνονται αρκετές
διαγνώσεις, οπότε τα προβλήματα στην παροχή και την τιμή των φαρμάκων
γίνονται αιτία λιγότεροι ασθενείς να λαμβάνουν θεραπεία», ανέφερε ο δρ Tido von Schoen-Angerer, Διευθυντής της καμπάνιας των ΓΧΣ για την Πρόσβαση στα Βασικά Φάρμακα. «Η
χαμηλή ζήτηση για φάρμακα για την ανθεκτική φυματίωση κάνει την αγορά
μη θελκτική για τους παραγωγούς, γεγονός που εντείνει το πρόβλημα της
τιμής και της παροχής».
Η αναφορά των ΓΧΣ εξέτασε φάρμακα που χρησιμοποιήθηκαν για να
θεραπεύσουν την ανθεκτική φυματίωση σε σχέση με τον αριθμό των
προμηθευτών καθώς επίσης με την εγγύηση ποιότητας και την τιμή, σύμφωνα
με πληροφορίες από την πρωτοβουλία Global Drug Facility και τις
φαρμακοβιομηχανίες. Κατέληξε ότι μόνο τέσσερα από τα ενδεδειγμένα
φάρμακα διατίθενται από ασφαλή πηγή. Οι θεραπείες που βασίζονται σε
έναν και μοναδικό προμηθευτή αντιμετωπίζουν ανά πάσα στιγμή τον κίνδυνο
διακοπής, όπως συνέβη με το ενέσιμο φάρμακο καναμυκίνη η παραγωγή του
οποίου διεκόπη στη διάρκεια του 2010 οδηγώντας σε προσωρινή παγκόσμια
εξάντληση των αποθεμάτων.
Επιπλέον, η αναφορά των ΓΧΣ εντόπισε ότι πολλά φάρμακα είναι πολύ
ακριβά, με τις τιμές δύο εξ αυτών να έχουν αυξηθεί περισσότερο από
600%, ενώ ενός τρίτου, 800% μέσα σε μια δεκαετία. Μια θεραπεία 24
μηνών για ανθεκτική φυματίωση μπορεί να στοιχίσει μέχρι και 9.000
δολάρια για έναν ασθενή δηλαδή 479 φορές πιο ακριβή από τα 19 δολάρια
ανά ασθενή που χρειάζονται για την θεραπεία της ευαίσθητης στα φάρμακα
φυματιώσεως.
«Με το νέο τεστ το οποίο εντοπίζει την ανθεκτική φυματίωση σε
λιγότερο από δύο ώρες αντί για τρεις μήνες, θα υπάρξουν πολλοί
περισσότεροι άνθρωποι που θα χρειαστούν αξιόπιστη παροχή φαρμάκων για τη
θεραπεία τους» ανέφερε η δρ Τζένιφερ Χιουζ των ΓΧΣ στην
Khayelitsha, Νότιο Αφρική. Οι ΓΧΣ θα εφαρμόσουν το νέο τεστ σε 15 χώρες
φέτος. «Χρειάζεται επειγόντως να αναλάβουμε δράση για να λυθούν αυτά τα
προβλήματα και να βελτιώσουμε την πρόσβαση στα φάρμακα της ανθεκτικής
φυματίωσης έτσι ώστε να αναζητήσουν θεραπεία περισσότεροι ασθενείς και η
μετάδοση της ασθένειας να μειωθεί», πρόσθεσε η δρ Χιουζ.
Προκειμένου να ενισχυθεί η παραγωγή αυτών των φαρμάκων, οι δωρητές θα
μπορούσαν να εξασφαλίσουν στους παραγωγούς την αγορά μεγάλων ποσοτήτων
που θα καλύπτουν διάστημα πολλών ετών. Επίσης χρειάζεται μια καλύτερη
πρόβλεψη για μεσο/μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών προκειμένου να
προσελκυσθούν περισσότεροι παραγωγοί στην αγορά, να εξασφαλιστεί η
παροχή και να αυξηθεί ο ανταγωνισμός που θα βοηθήσει στη μείωση των
τιμών.
«Μέσα στην κοινότητα έχουμε αναπτύξει ένα πρότυπο διαχείρισης της
ανθεκτικής στα φάρμακα φυματίωσης που μπορεί να επεκταθεί σε φτωχές
χώρες για να βελτιώσει την πρόσβαση στη θεραπεία. Με γρηγορότερη
διάγνωση και πιο αποτελεσματικά πρότυπα περίθαλψης της ασθένειας θα
χρειαστεί να βελτιώσουμε την παροχή φαρμάκων και να μειώσουμε την τιμή
τους. Επίσης, θα χρειαστούμε νέα φάρμακα», είπε η δρ Χιούζ.